παιδευτικοῦ

παιδευτικοῦ
παιδευτικός
of
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Γιαννούλης, Ευγένιος — (Μεγάλο Δέντρο Αιτωλίας 1597 – Βραγκιανά, Άγραφα 1682). Διδάσκαλος του Γένους. Διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα στα μοναστήρια της περιοχής. Αργότερα, έπειτα από τριετή παραμονή στα Ιεροσόλυμα (1619 22), συνέχισε τις σπουδές του στα Τρίκαλα, στην… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… …   Dictionary of Greek

  • Ρεμούνδος, Γεώργιος — (Αθήνα 1878 – 1928, επί του πλοίου, κατά την επιστροφή του από τη Γαλλία). Έλληνας μαθηματικός. Μετά την αποφοίτησή του από το Βαρβάκειο Λύκειο, σπούδασε μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, το οποίο τελείωσε αριστούχος, το 1900. Πέτυχε στον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”